Thursday 28 February 2013

Γιατί η ομοφοβία είναι ανηθικότητα


Στη χώρα μας παρόλο που η αποδοχή της ομοφυλοφιλίας εδραιώνεται όλο και περισσότερο, ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας εξακολουθεί να διάκειται από ουδέτερα έως πολύ αρνητικά για αυτό το ζήτημα, με τη νομοθεσία να αποκλείει μέχρι σήμερα τα όποια σχετικά δικαιώματα.

Αφορμή για αυτό το κείμενο είναι οι σχετικές αποφάσεις των κοινοβουλίων σε Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία για τη νομική κατοχύρωση του γάμου μεταξύ ομοφύλων. Επίσης η λάθος αντίληψη που έχει ένα ανεπίτρεπτα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας για τους λόγους που κάποιος γίνεται ομοφυλόφιλος/η και η σχετική αντιμετώπιση που δέχονται δημιουργεί ένα ζήτημα αδικίας, η οποία θα εξηγήσω γιατί είναι και ανήθικη. Προσωπικά δεν είμαι ομοφυλόφιλος, αλλά η φιλική μου σχέση με πολλούς ομοφυλόφιλους/ες μου επέτρεψε να καταλάβω πως εξελίσσεται αυτό το θέμα μέσα τους, πέρα από όσα εύστοχα έχει εξηγήσει η επιστήμη και ειδικά η ψυχολογία.

Επίσης, ξεκαθαρίζω σε αυτό το σημείο ότι ως ομοφοβία ορίζω την κατάσταση σύμφωνα με την οποία ένα άτομο εκτός απ’το ότι μπορεί να νιώθει ανασφάλεια κοντά σε ομοφυλόφιλα άτομα, αντιλαμβάνεται την κατάστασή τους ως στάση ζωής που στην οποία οι ίδιοι έχουν επιλέξει να εισέλθουν, κατακρίνοντας συνήθως ανοιχτά όσους δε προσπαθούν να το αποκρύψουν. Οι άνθρωποι που έχουν αυτή την αντίληψη νομίζουν συνήθως ότι η ομοφυλοφιλία και ειδικά η εκδηλωμένη ομοφυλοφιλία είναι μία εναλλακτική στάση ζωής από άτομα που θέλουν να προκαλέσουν και να αμφισβητήσουν τις ηθικές αξίες και την κοσμοαντίληψη περί «φυσιολογικού» που επικρατεί στη χώρα μας.

Από την άλλη αυτό που η επιστήμη εξηγεί και η ζωή κοντά σε ομοφυλόφιλα άτομα αποδεικνύει, είναι ότι σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις η ομοφυλοφιλία είναι κατάληξη. Ένας άνθρωπος, είτε γιατί έχει γεννηθεί ερμαφρόδιτος, είτε γιατί έχει διαφορετικές από τις συνηθισμένες ορμόνες, είτε γιατί είχε τραυματικά βιώματα σε σχέση με το φύλο του σε τρυφερή ηλικία, είτε γιατί ένιωσε έλξη από κάποιον άνθρωπο από το ίδιο φύλο, υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα να ελκύεται σεξουαλικά μόνο από το ίδιο φύλο ή και από τα δύο σε κάποιες περιπτώσεις χωρίς αυτό να μπορεί να αναστραφεί.

Ο άνθρωπος λοιπόν αυτός που εισέρχεται σε μία κατάσταση που δεν έχει προαποφασίσει (όπως πολλοί πιστεύουν) ως στάση ζωής, έχει δικαίωμα να γίνει αποδεκτός με την νέα του κατάσταση. Όπως ένας άνθρωπος που τυφλώνεται λόγω κάποιου ατυχήματος έχει το δικαίωμα να μπορεί να ζήσει τη ζωή του όσο πιο ευτυχισμένα γίνεται στα πλαίσια του νέου δεδομένου, έτσι και ένα άτομο που ανακαλύπτει ότι ελκύεται από άτομα του ίδιου φύλου έχει κάθε δικαιώμα να ζήσει τη ζωή του όσο πιο ευτυχισμένα γίνεται στα πλαίσια της -σχεδόν πάντα- μη αναστρέψιμης νέας κατάστασής του. Αυτό είναι και το πιο κρίσιμο δεδομένο της κουβέντας αυτής. Ότι πάρα πολλοί έχουν την εντύπωση ότι ένα άτομο που νιώθει έλξη από ένα άτομο του ίδιου φύλου έχει τη δυνατότητα να πάψει να αισθάνεται έτσι. Με αυτό το δεδομένο και με το δεδομένο ότι η ελευθερία του ομοφυλόφιλου ατόμου δε περιορίζει με κανένα τρόπο την ελευθερία κάποιων άλλων ανθρώπων, δεν υπάρχει δικαιολογία για την ομοφοβία πέρα από την ανασφάλεια που μπορεί να νιώθει κάποιος κοντά σε τέτοια άτομα λόγω του ότι δεν είναι συνηθισμένος στον τρόπο ζωής αυτών των ατόμων.

Από την άλλη όμως, το να μην επιτρέπεται σε ομοφυλόφιλα άτομα να ζουν τη ζωή τους με τον πιο ευτυχισμένο δυνατό τρόπο στα πλαίσια της κατάστασης στην οποία έχουν βρεθεί είναι ανήθικο. Είναι ανήθικο γιατί δεν αναγνωρίζεται η ανάγκη του ατόμου να ζήσει τη ζωή του απόλυτα συμβιβασμένο με κάποια μη αναστρέψιμη κατάσταση που και το ίδιο το άτομο μπορεί προηγουμένως να απευχόταν. Ως εκτούτου, όσο ανήθικο θα ήταν να έχει κάποιος αρνητικά συναισθήματα για κάποιον ανάπηρο, άλλο τόσο είναι και για τα ομοφυλόφιλα ή αμφιφυλόφιλα άτομα. Η σύγκριση φυσικά έχει να κάνει με το στοιχείο της μη αναστρεψιμότητας της νέας κατάστασης και όχι κάποια άλλη πιθανή σύγκριση μεταξύ των δύο καταστάσεων.

Μάλιστα είναι καιρός να κατοχυρωθούν και τα νομικά δικαιώματα αυτών των ατόμων, εφόσον έχει προκύψει ότι η νομική τους κατοχύρωση δεν παρεμβάλλεται στα δικαιώματα και την ελευθερία άλλων μελών της κοινωνίας. Το κράτος μάλιστα είναι ο φορέας που πρέπει να «επιβάλλει» μέσω του νόμου την ηθική εξίσωση της ζωής των ομοφυλόφιλων/αμφιφυλόφιλων με τη ζωή των υπολοίπων.   

Friday 11 January 2013

Λεφτά υπάρχουν!

Aρχική δημοσίευση: www.enallaxnews.gr 03/01/2013


Ένα από τα βασικότερα λάθη που έγιναν στην διαχείριση της κρίσης στην Ελλάδα ήταν η πόλιτική εκμετάλλευση των μνημονίων. Η επένδυση που έκανε σύσσωμη η αντιπολίτευση στην αγανάκτηση του κόσμου για να αυξήσει τα ποσοστά της έφερε το καταστροφικά παραπλανητικό δίπολο μνημόνιο – αντιμνημόνιο. Ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού καθυστερούσε χαρακτηριστικά να αντιληφθεί το πόσο αναπόφευκτα είναι τα μνημόνια και αυτό έγινε σημαία στα χέρια καιροσκόπων πολιτικών και κομμάτων. Βέβαια, αν η επιλογή της άρνησης του μνημονίου «έστεκε» στον κόσμο της λογικής, κανείς δε θα μπορούσε να κατηγορήσει τους «αντιμνημονιακούς» πολιτικούς.

Τρία όμως χρόνια μέσα στην κρίση αν μη τι άλλο μας έχουν κάνει πιο λογικούς, πιο επιφυλακτικούς με τα παχιά λόγια και εν τέλει πιο σοφούς. Μία από τις διαπιστώσεις που όλο και περισσότεροι πλέον κάνουμε είναι ότι τα μνημόνια δεν ήταν σε καμμία περίπτωση η βασική πηγή των προβλημάτων μας. Μέσω των μνημονίων, όπως πλέον αποδεικνύεται, η τρόικα δάνειζε στην Ελλάδα χρήματα τα οποία η χώρα μας έπρεπε να τα έχει ήδη στη διάθεσή της και να τα έχει εισπράξει από τους εντός των τειχών οφειλέτες της.

Συγκεκριμένα, όπως πλέον αποδεικνύεται το τελευταίο διάστημα με τις συλλήψεις ενδεχομένων φοροφυγάδων και με τεκμήρια τύπου «λίστα Λαγκάρντ»,λεφτά υπάρχουν και μάλιστα υπήρχαν από την αρχή της κρίσης. Ήταν εξ αρχής κρυμμένα είτε σε τράπεζες του εξωτερικού (μιλάμε για τα μεγάλα ποσά από τα οποία όπως υπολογίζεται δεν έχει αποδοθεί στο κράτος φόρος), είτε σε περιπτώσεις «εντόπιας» φοροδιαφυγής, είτε ως τεράστιες οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία, είτε σε χορηγήσεις δανείων σε εκδοτικά συγκροτήματα, είτε σε μορφή μεγάλων μισθών και επιδομάτων σε καλά «θωρακισμένες» επαγγελματικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων φυσικά των πολιτικών και των κομμάτων.

Αντίθετα, όσες πολιτικές ομάδες βρίσκονταν εκτός «εξουσίας» όλο αυτό το διάστημα από την αρχή της κρίσης αναλώθηκαν στην κριτική των μνημονίων και στην εξέγερση κατά της εξωτερικής παρέμβασης. Παρουσίαζαν την Ελλάδα σαν μια περίπτωση πειράματος των μεγάλων δυνάμεων που ήθελαν να την εκμεταλλευτούν, ενώ η ίδια όπως φαίνεται όλο και περισσότερο τελευταία έπασχε κυρίως από ...εσωτερική αιμορραγία και πολύ λιγότερο από ...ξένους δάκτυλους. Ο εχθρός βρισκόταν εξαρχής εντός των πυλών, όμως αντ’αυτού η κριτική που ασκήθηκε είχε ως κύριο αποδέκτη όσους συντάσσονταν με την αναγκαιότητα του μνημονίου.

Αυτό σημαίνει ότι χάθηκε κρίσιμος χρόνος στην αντιμετώπιση της εσωτερικής αιμορραγίας. Αν οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις εστίαζαν εξαρχής την προσοχή τους στα διαφυγόντα κεφάλαια που έπρεπε να είχαν αποδοθεί στο δημόσιο, η είσπραξη των οφειλομένων και η δίωξη των οφειλετών θα είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα προς παραδειγματισμό και των υπολοίπων. Είναι σίγουρο ότι σε μια τέτοια περίπτωση ίσως εμφανίζαμε ήδη τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης χωρίς να ...πληρώνουν τη νύφη με τα μέτρα μαζί με τους οφειλέτες και τους παρανόμους και όλοι αυτοί που τόσα χρόνια απέδιδαν στο κράτος τα αναμενόμενα. Όμως όλες οι σχετικές ενδείξεις και οι αποδείξεις αυτά τα τρία χρόνια (όπως φυσικά και τα προηγούμενα) έμεναν κλειδωμένες σε υπουργικά και μη συρτάρια και τη βγάζαμε με λύσεις τύπου περαίωσης. Έπρεπε να φτάσουμε στο απροχώρητο για να βγουν τα «λεφτά» απ’ τα συρτάρια.

Τέλος. πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι δε θεωρώ απαραίτητα άστοχη την κριτική προς τα μνημόνια και την αυστηρότητα που έχει επιδειχθεί προς την Ελλάδα. Είναι όμως θέμα ιεράρχησης των θεμάτων και φαινόμενα όπως η φοροδιαφυγή και οι ανεκπλήρωτες οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία, έπρεπε να βρίσκονται εξαρχής στο επίκεντρο. Δεν υπήρχε ποτέ ουσιαστικός λόγος να διαμορφωθεί αντιμνημονιακό μέτωπο ως απάντηση στην αγανάκτηση του κόσμου. Είναι λογικό πλέον και τα αντίστοιχα κόμματα είτε να καταρρέουν (βλ. «Ανεξάρτητοι Έλληνες»), είτε να προσαρμόζονται στο αναπόφευκτο του μνημονίου (βλ. «ΣΥΡΙΖΑ»). Η λύση ήταν εξαρχής η απονομή δικαιοσύνης και η είσπραξη των οφειλομένων. Αυτό όχι μόνο θα ικανοποιούσε ηθικά τους απογοητευμένους πολίτες, αλλά θα απέφερε και τα αναμενόμενα στο δημόσιο ταμείο.

Quo vadis Αλέξη?

Aρχική δημοσίευση: www.enallaxnews.gr 05/12/2012


Οι τελευταίες δύο τοποθετήσεις του Αλέξη Τσίπρα στην Πανελλήνια Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ την Κυριακή και σε εκδήλωση του Ελληνο-αμερικανικού επιμελητηρίου το βράδυ της Τρίτης σχετικά με τη στάση του ενιαίου πλέον κόμματος απέναντι στο μνημόνιο, το Ευρώ, τις μεταρρυθμίσεις και το ρόλο του κράτους και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να εγκαταλείπει πλέον τις θέσεις για τη μονομερή καταγγελία του μνημονίου, την πιθανότητα εξόδου από το Ευρώ, την άρνηση των μεταρρυθμίσεων και τις απειλές προς τους επενδυτές ότι θα αποτύχουν αν έρθουν στην Ελλάδα. Αντ’αυτών, ο Αλέξης Τσίπρας προτείνει την επαναδιαπραγμάτευση των όρων του μνημονίου, εγγυείται την παραμονή της Ελλάδας στο Ευρώ, τονίζει 6 τομείς οι οποίοι χρειάζονται μεταρρυθμίσεις, προτείνει χαμηλότερη φορολογία και τέλος εγγυείται ότι το ελληνικό κράτος δεν θα αποτελέσει εμπόδιο για τις ξένες επενδύσεις, κατηγορώντας το διεφθαρμένο σύστημα των καρτέλ που με πολιτική κάλυψη υποσκάπτει την ανταγωνιστικότητα.

Οι νέες αυτές τοποθετήσεις είναι η αλήθεια ότι υπήρχαν από αρκετά πιο παλιά στην ατζέντα του Σύριζα και ειδικά του Συνασπισμού. Μέχρι σήμερα όμως βρίσκονταν επικοινωνιακά στην αφάνεια και αυτό αποδεικνύει ότι η ριζοσπαστική στάση του Σύριζα μέχρι τη στροφή των τελευταίων ημερών ήταν απλά μία ρητορική που στόχευε αποκλειστικά στην άυξηση των ποσοστών της παράταξης.

Η στροφή αυτή στη …λογική μπορεί να αποδωθεί πλέον στην προοπτική που έχει πλέον ο Σύριζα να κυβερνήσει. Ταυτόχρονα, η νίκη του Τσίπρα στις εσωτερικές εκλογές με 75% έναντι του 25% του «Αριστερού Ρεύματος», σηματοδοτεί και την ήττα του φορέα στον οποίο ίσως οφείλονταν οι πολύ ριζοσπαστικές τοποθετήσεις του παρελθόντος. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι με τη συνιστώσα αυτή πολιτικά ηττημένη, το τοπίο έχει ξεκαθαρίσει και ο Σύριζα κάνει μία στρατηγικά δυναμική κίνηση για να καταλάβει τον κεντροαριστερό χώρο, βλέποντας και το ΠΑΣΟΚ με τη ΔΗΜΑΡ να περιορίζονται πλέον σε πολύ χαμηλά ποσοστά.

Ο Σύριζα όμως βρίσκεται σήμερα στο σημείο στο οποίο πρέπει να διαλέξει ποιά θα είναι η επόμενη μέρα. Από τη μια έχει τη δυνατότητα να γίνει μια σύγχρονη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατική δύναμη με ρεαλιστική ατζέντα και διαφανείς πρακτικές. Ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας μάλιστα φαίνεται να έχει πάρει το μάθημά του από την κρίση και να είναι έτοιμο να στηρίξει ένα τέτοιο κόμμα χωρίς να περιμένει εκλογικά ανταλλάγματα. Να στηρίξει δηλάδη έναν εκπρόσωπο που θα εξασφαλίζει πραγματική κοινωνική δικαιοσύνη και όχι ένα κράτος παροχών.

Από την άλλη υπάρχει ένας πολύ δύσκολος γρίφος τον οποίο καλείται να λύσει ο Αλέξης Τσίπρας. Το πως θα γίνει ανώδυνα η αποκόλληση του Σύριζα από το πιο ριζοσπαστικό κομμάτι της ατζέντας του στο οποίο όμως είναι ενμέρει δέσμιος. Είναι δεδομένο ότι ο Σύριζα έχει συγκεντρώσει το υψηλό ποσοστό του βασιζόμενος σε ένα μεγάλο βαθμό σε όσους βλέπουν τα μνημόνια ως αιτία των προβλημάτων της Ελλάδας και έβρισκαν μέχρι σήμερα το Σύριζα ως το δυναμικότερο εκφραστή αυτής της άποψης. Επίσης με την κίνηση του Σύριζα προς το ρεαλισμό, υπάρχει κίνδυνος να εμφανιστεί κάποια καινούρια ριζοσπαστική αντιμνημονιακή κίνηση η οποία να ψαλιδίζει από τα αριστερά το ποσοστό του Σύριζα με τον ίδιο τρόπο που εμφανίστηκαν οι Ανεξάρτητοι Έλληνες που ψαλίδισαν ένα 7-8% απο τη ΝΔ. Ως εκτούτου, κλειδί θα είναι και η στάση του ηττημένου στις εσωκομματικές εκλογές Παναγιώτη Λαφαζάνη ο οποίος φαίνεται να έχει πλέον αρκετά μεγάλες διαφορές απο τη διαφαινόμενη νέα «κεντρική γραμμή».

Το να διατηρήσει ο Αλέξης Τσίπρας τα ποσοστά του Σύριζα σε επίπεδα κυβερνησιμότητας είναι ίσως μεγαλύτερη πρόκληση και από την ξαφνική απόκτησή τους και θα εξαρτηθεί απόλυτα από το πως και αν θα καταφέρει να επιλύσει εσωκομματικά και επικοινωνιακά τους γρίφους που έχουν εμφανιστεί σήμερα.

ΔΝΤ: Ένας ανέλπιστος σύμμαχος

Aρχική δημοσίευση: www.enallaxnews.gr 21/11/2012


Είναι και μαθηματικά βέβαιο πια ότι το χρέος μας όχι μόνο δε μπορεί να πέσει στα επίπεδα του 120% μέσα στην επόμενη δεκαετία αλλά και ότι μπορεί μάλιστα να αυξηθεί περισσότερο. Ακόμα και αν τα μέτρα ψηφίσθηκαν, ακόμα και αν το δημοσιονομικό πρωτογενές έλλειμμα της Ελλάδας έχει περιοριστεί σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα, τα τοκοχρεολύσια αποδεικνύονται γάγγραινα που δε μπορεί να αντιμετωπιστεί με θεραπεία παρά μόνο με ακρωτηριασμό. Ακόμα και αν δηλαδή έχουν ληφθεί οι αποφάσεις που θα καταστήσουν την ελληνική οικονομία βιώσιμη, το χρέος πολλαπλασιάζεται.

Θεωρητικά οι λύσεις σε αυτό το πρόβλημα είναι τρεις. Πρώτη είναι η αναδιάρθρωση του χρέους η οποία σε συνδυασμό με την έξοδο από την ευρωζώνη και το αρνητικό εμπορικό μας ισοζύγιο αποτελεί ένα εφιαλτικό σενάριο για την Ελλάδα.

Δεύτερη είναι αυτή που ακολουθείται επί του παρόντος και έχει να κάνει με την αιμοδοσία της ελληνικής οικονομίας με δάνεια, τα οποία όμως ανατροφοδοτούν τη δυναμική του χρέους, καθώς αυξάνουν με τα επιτόκια τους τα τοκοχρεολύσια τη στιγμή που η ελληνική οικονομία δεν είναι και δε μπορεί να γίνει πλεονασματική με την ύφεση να κυμαίνεται σε επίπεδα του 7% ώστε να μπορέσει να τα ξεπληρώσει. Αν και είναι γνωστό ότι αυτή η λύση οδηγεί σε αδιέξοδο, συνεχίζει να ακολουθείται πιστά, καθώς είναι η μέθοδος των Ευρωπαίων ηγετών και της ελληνικής κυβέρνησης για να αγοράζουν χρόνο. Λαμβάνεται κάθε τόσο η δόση που απλά αναβάλλει τη χρεοκοπία για την επόμενη φορά που τα ταμειακά διαθέσιμα θα εκμηδενιστούν. Είναι μια μέθοδος που βολεύει χώρες όπως η Γερμανία, των οποίων η κοινή γνώμη είναι ξεκάθαρα αρνητική έναντι στη διάσωση της Ελλάδας και είναι και εκτεθειμένες στο ελληνικό χρέος. Επίσης, η έλλειψη Ευρωπαϊκού οράματος και η εξάρτηση της Γερμανικής ηγεσίας και των δορυφόρων της από τους ψηφοφόρους τους, καθιστούν αυτή τη λύση μοναδική και αναπόφευκτη. Τη στιγμή μάλιστα που οι ίδιοι είναι συνυπαίτιοι για τη σημερινή κατάσταση λόγω των δομικών αδυναμιών της νομισματικής ένωσης και λόγω του ότι έδιναν διαβεβαιώσεις στην Ελλάδα για τη βιωσιμότητα της οικονομίας της ακόμα και μετά το ξέσπασμα της κρίσης παγκοσμίως.

Ο τρίτος δρόμος είναι η πρόταση του ΔΝΤ για νέο κούρεμα του ελληνικού χρέους. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι το ΔΝΤ όντας ανεξάρτητο από την κοινή γνώμη και έχοντας παραδεχθεί το λάθος του ως προς τη συνταγή διάσωσης της Ελλάδας, είναι διατεθειμένο να βρει την ορθότερη λύση αυτή τη στιγμή για να περισώσει την περίπτωση της Ελλάδας από ένα δυστύχημα που θα κοστίσει πολύ και στην παραπαίουσα υπόληψη του ίδιου του οργανισμού. Ο λόγος που αυτή η λύση δε στηρίζεται ενεργά από τις χώρες της ΕΕ, είναι γιατί ενδεχόμενο κούρεμα θα τους επηρεάσει άμεσα, λαμβάνοντας υπόψιν το μέρος του χρέους στο οποίο είναι οι ίδιες εκτεθειμένες.

Ως εκτούτου, η διαμάχη ΔΝΤ και Γερμανίας θα είναι δύσκολο να αποδώσει τα μέγιστα στην Ελλάδα. Αυτό γιατί ως σολομώντειος λύση εμφανίζεται ένα κούρεμα του χρέους που δε θα επηρεάζει τα κομμάτια του χρέους στα οποία είναι εκτεθειμένη η Γερμανία και οι τράπεζές της, αλλά τα φυσικά πρόσωπα που είναι εκτεθειμένα σε αυτό. Αυτό σημαίνει ότι θα υποστούν τις συνέπειες και πάλι οι μικροομολογιούχοι, όπως οι έλληνες πολίτες και τα ασφαλιστικά ταμεία.

Μόνη λύση για την Ελλάδα είναι να βρει τρόπο να τοποθετηθεί υπέρ της συνολικής και άμεσης διευθέτησης του ζητήματος του χρέους της πιέζοντας να γίνει αποδεκτό το σχέδιο του ΔΝΤ. Επί του παρόντος και έχοντας ψηφίσει τα μέτρα, η ελληνική κυβέρνηση νίπτει τας χείρας της και περιμένει την έκβαση της διαμάχης ΔΝΤ-Γερμανίας, θεωρώντας αυτή ως την πιο σώφρονα  επιλογή. Από την άλλη όμως, η Ελλάδα έχει και τη δυναμική που της δίνει η τήρηση των υποχρεώσεών της, η παραδοχή του λάθους από πλευράς ΔΝΤ, αλλά και οι διάφορες δηλώσεις Ευρωπαίων ηγετών ότι το πρόγραμμα της Ελλάδας είναι υπερβολικά ασφυκτικό. Ως εκτούτου, τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να πιέσει με όσα μέσα διαθέτει για την οριστική λύση του ζητήματος του χρέους. Διαφορετικά, η στιγμή ενός νέου μνημονίου, νέων μέτρων και μιας νέας δόσης δε θα αργήσει με μοναδικό θύμα το λαό που πέρα από τις μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις, θα συνεχίσει να ζει σε ένα αβέβαιο περιβάλλον τοξικό για οποιαδήποτε επενδυτική πρωτοβουλία και οποιαδήποτε ανάπτυξη.

Μέρος του συστήματος

Aρχική δημοσίευση: www.enallaxnews.gr 26/10/2012


Είναι η αλήθεια ότι η Χρυσή Αυγή έδωσε ψωμί σε αρκετό κόσμο στα ΜΜΕ με τη γενικότερη παρουσία και τις ενέργειές της. Η βιαιότητα, η σκληρή γλώσσα και οι αποτρόπαιες συμπεριφορές πάντα προσέλκυαν το μέσο τηλεθεατή. Είναι η κορύφωση και η βίαιη εκτροπή του δράματος που εκτυλίσσεται εδώ και δυό χρόνια στην Ελλάδα.

Η πρόσφατη παρουσία του κ. Μιχαλολιάκου σε τηλεοπτική εκπομπή έδειξε κάτι ακόμα όμως. Ότι παρόλο που η Χρυσή Αυγή ψηφοθηρικά βγάζει το ψωμί της ως αντισυστημική –εκτός από αναπληρώτρια της αστυνομίας στον Άγιο Παντελεήμονα-, θέλει την τηλεοπτική παρουσία ακόμα και στα κανάλια τα οποία η ίδια βρίζει. Ο κ. Μιχαλολιάκος επέμενε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης να επαναλαμβάνει ότι ουδεμία σχέση έχει η Χρυσή Αυγή με το ναζισμό. Επίσης επέμενε να επαναλαμβάνει το πόσο αδικημένος νιώθει που δε τον καλούν για συνεντεύξεις στην τηλεόραση.

Πολλοί κρούουν ορθώς τον κώδωνα του κινδύνου ότι ο τηλεοπτικός χρόνος οφελεί τη Χρυσή Αυγή, καθώς περίτεχνα αυτή εμφανίζεται ως ένα ακροδεξιό κόμμα το οποίο όμως δεν απαρνείται στις επίημες τοποθετήσεις της τη δημοκρατία και παίζει με τους κανόνες του politically correct παιχνιδιού. Έτσι διατηρεί και το μικρό ποσοστό των ακραίων φίλων της, αλλά και ένα σημαντικό κομμάτι του δεξιού ακροατηρίου το οποίο όμως δεν επικροτεί τις ακρότητες.

Το κέρδος όμως είναι ότι η Χ.Α. εμφανίζεται διατεθειμένη να εγκαταλείψει τις ακραίες θέσεις της για να διατηρήσει το κοινό που πλέον έχει αποκτήσει. Θέλει να μπει στο σύστημα και θέλει να μιλήσει με τους όρους του. Η ιστορία λέει μεν ότι ο Χίτλερ με τον ίδιο τρόπο ανέβηκε σιγά σιγά προς την εξουσία, αλλά η πρόσφατη ιστορία της εξέλιξης και της ανόδου των ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη μας λέει και κάτι άλλο. Ζούμε σε μια εποχή που η δημοκρατία δεν είναι τόσο αμφισβητίσιμη όσο τη δεκαετία του 30’. Ως εκτούτου, η τριβή των ακροδεξιών κομμάτων με την τηλεόραση και τη μαζική κουλτούρα γενικότερα τα οδηγεί στο να λειάνουν τις γωνίες τους και να μπουν στο «σύστημα» ευελπιστώντας να παραμείνουν σε αυτό ακόμα και αν αυτό επιτάσσει την πλήρη εγκατάλειψη των αρχικών τους θέσεων.

Αυτό ισχύει εκτός από άλλα ακροδεξιά κόμματα και με το κυριότερο ίσως, το national front στη Γαλλία. Το διψήφιο ποσοστό «γλυκαίνει» τα στελέχη τους και τα οδηγεί στην ‘απο-ριζοσπαστικοποίηση’για να κρατήσουν και τους πιο μετριοπαθείς εθνικιστές κοντά τους. Ανάλογη ήταν η παρουσία και του ηπιότερου Λαός στην Ελλάδα. Ξεκίνησε με εθνικιστικό λεξιλόγιο, αλλά με το πέρασμα του χρόνου και με τη γλύκα που έφερνε η δημοσκοπική άνοδος σιγά σιγά λείανε της θέσεις του, διεκδικώντας μόνιμο ποσοστό και μακροχρόνια κοινοβουλευτική ζωή.

Η ιστορία επίσης δείχνει ότι παρόλη την προσπάθειά τους αυτά τα κόμματα απλά εκμεταλλεύονται ευκαιριακά κάποιες δύσκολες περιόδους που περνούν κατα καιρούς τα μεγάλα χριστιανοδημοκρατικά και συντηρητικά κόμματα της Ευρώπης. Με την επάνοδό τους, το πολιτικό σύστημα είτε τα αποβάλλει είτε τα επαναφέρει σε ασήμαντα ποσοστά.

Χρυσή αυγή: Πως έφτασε απ’την αφάνεια στο 10% σε οκτώ μόλις μήνες

Aρχική δημοσίευση: www.enallaxnews.gr 06/09/2012


Μέχρι πριν από ένα χρόνο η Χρυσή αυγή εκπροσωπούσε ένα ασήμαντο ποσοστό των ψηφοφόρων το οποίο ήταν φυσιολογικό και υπάρχει σε πάρα πολλές χώρες. Ήταν το κομμάτι εκείνο του πληθυσμού που συνειδητά ταυτιζόταν με τον ακροδεξιό εθνικιστικό χώρο. Αποδεχόταν μάλιστα τη βία ως απαραίτητο μέσο εφαρμογής των ιδεολογικών του πεποιθήσεων αγνοώντας την παράνομη και εγκληματική φύση αυτής της πρακτικής.

Η οικονομική, πολιτική και κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα πριν την κρίση δεν άφηνε περιθώριο για να αυξήσει η οργάνωση την επιρροή της. Αρχικά, η οικονομικη εξαθλίωση του πληθυσμού δεν είχε προχωρήσει σε τόσο βάθος. Στο επίπεδο της πολιτικής, ο ΛΑ.Ο.Σ. του κ. Καρατζαφέρη κάλυπτε τα συντηρητικότερα στρώματα της λαϊκής δεξιάς όπως και τα πιο ήπια κομμάτια των εθνικιστών. Σε κοινωνικό επίπεδο ήταν πολύ πιο ήπιο και το κλίμα με τους μετανάστες. Η συντρηπτική πλειοψηφία μέχρι πρόσφατα ήταν οι Αλβανοί, οι οποίοι αφομοιώθηκαν σε μεγάλο βαθμό και δε διέγειραν ιδιαίτερα τα ξενοφοβικά αισθήματα των Ελλήνων. Μάλιστα, η οικονομική ευημερία των τελευταίων δύο δεκαετιών, όχι μόνο άμβλυνε τις εντάσεις και τα πάθη εναντίον των αλλοδαπών κατοίκων, αλλά τους αξιοποίησε και σαν φθηνά ανασφάλιστα εργατικά χέρια.

Από το 2010 και την «έλευση» της κρίσης όλα αυτά άλλαξαν άρδην. Το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού εισήλθε σε ένα στάδιο εξαθλίωσης με την ανεργία να σκαρφαλώνει πλέον σε επίπεδα του 24%. Οι τιμές στην αγορά αντιθέτως ανεβαίνουν, οι μισθοί πέφτουν και κυρίως υπάρχει η αβεβαιότητα για την επόμενη μέρα που τρομοκρατεί περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τους πολίτες όσο και η διάσωση της χώρας δεν έχει οριστικοποιείται. Σε όλα αυτά προστίθεται ένα πολύ σύνθετο και ακαταλαβίστικο για τους περισσότερους διεθνές οικονομικό περιβάλλον με τους πολιτικούς να θολώνουν περαιτέρω τα νερά με τη διγλωσσία τους, την απρόσεκτη και στρατηγικά παλαιοληθική και καταστροφική επικοινωνιακή στρατηγική και ξένους παράγοντες να τοποθετούνται εχθρικά εναντίον της Ελλάδας.

Στο επίπεδο της πολιτικής, η συμπόρευση του ΛΑΟΣ με τις αντιδημοφιλείς «μνημονιακές» δυνάμεις σε συνδυασμό με την απαξίωση των πολιτικών των δύο εκπροσώπων του δικομματισμού και την αδυναμία των τελευαίων να επιτύχουν την αυτοκάθαρσή τους και να βρουν τον τρόπο να εμπνεύσουν εκ νέου τους πολίτες δημιούργησαν ένα μεγάλο κενό στην εκλογική βάση. Μέχρι το χειμώνα του 2012, ο ΛΑΟΣ και η Νέα Δημοκρατία προστάτευαν το αμαρτωλό πολιτικό παρελθόν τους στην Ελλάδα της διαφθοράς και της υπερσπατάλης με την αντιμνημονιακή τους στάση διατηρώντας τη μερίδα του λέοντος στο δεξιό ακροατήριο. Όταν χρειάστηκε να συνδράμουν στο να μη χρεωκοπήσει η χώρα μπαίνοντας στην «μνημονιακή» κυβέρνηση, οισυντηρητικότεροι και οικονομικά πιο αδαείς ψηφοφόροι τους απομακρύνθηκαν.

Στο κομμάτι της κοινωνίας, η αθρώα έλευση μεταναστών από τη μέση ανατολή και τη βόρεια αφρική και ειδικά η εγκατάστασή τους στο κέντρο της Αθήνας αύξησαν τις φοβίες –όπως και τα επίπεδα εγκληματικότητας φυσικά-, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι της Αθήνας να επιθυμεί την απομάκρυνσή τους. Σε αυτά πρέπει να προσθέσουμε και την εγκληματική αδράνεια της αστυνομίας και την απουσία σχεδίου από την πλευρά του κράτους για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος.

Η Χρυσή αυγή επενέβη ακριβώς σε αυτά τα σημεία και κάλυψε αυτά τα κενά. Αρχικά, τοποθετήθηκε έξυπνα απέναντι στα οικονομικοπολιτικά προβλήματα. Μίλησε με γλώσσα πολύ απλή, βρήκε και αυτή το μνημόνιο ως αποδιοπομπαίο τράγο για τα δεινά των Ελλήνων και τοποθετήθηκε ενάντια σε οποιαδήποτε επέμβαση ξένων στα εσωτερικά της χώρας. Για ένα πολύ μεγάλο και ανεκπαίδευτο κομμάτι του δεξιού ακροατηρίου οι απλές εξηγήσεις και τα «σταράτα» λόγια αρκούν σαν λύση για τα προβλήματα.

Επίσης, στο κομμάτι του μεταναστευτικού ζητήματος, η Χρυσή αυγή σχεδόν αντικατέστησε την αστυνομία στο κέντρο της Αθήνας και με μεθοδολογία που θα ζήλευε και η Καμόρα πούλησαν προστασία στους πολίτες της Αθήνας με αντάλλαγμα την ψήφο τους. Βέβαια, η Χρυσή αυγή δεν ενήργησε ευκαιριακά. Οι επεμβάσεις της είναι αποτέλεσμα της ιδεολογίας της. Η απουσία σχεδίου ενέργειας της αστυνομίας στο κέντρο της Αθήνας όμως ήταν που επέτρεψε στην παράταξη αυτή να μπει στη Βουλή.

Η ψήφος των κατοίκων του κέντρου της Αθήνας και οι ψήφοι των υπερσυντηρητικών και των ακροδεξιών επαρκούν όμως για να εξηγήσουν την άνοδο της Χρυσής αυγής μέχρι τα επίπεδα του 4-5%. Το στοιχείο που διπλασιάζει τη δύναμή τους πλέον είναι άλλο. Είναι η νέα γενιά. Ηλικίες από 20 μέχρι 35 που δεν έχουν έντονες κομματικές και ιδεολογικές αφετηρίες και βλέπουν το σάπιο πολιτικό και κομματικό συστημα του παρελθόντος να μην απολογείται, να κρύβεται πίσω από ξένες δυνάμεις και μνημόνια και να μην αλλάζει, αλλα μόνο να ανακατεύει την τράπουλα. Ως εκτούτου, η Χρυσή αυγή με την απλοϊκή επιχειρηματολογία της και την απόστασή της από τα κέντρα συμφερόντων και την απαξιωμένη γενιά των πολιτικών κατάφερε να κερδίσει ένα μεγάλο κομμάτι της απολιτίκ νεολαίας. Είναι φυσιολογικό μάλιστα να το διατηρήσει όσο τα «κόμματα εξουσίας» δεν προχωρήσουν σε μια ουσιώδη αυτοκάθαρση και δε προσφέρουν εκ νέου στους ψηφοφόρους μια πραγματικά αξιοπρεπή και ελπιδοφόρα επιλογή από το δημοκρατικό χώρο.

Κλείνοντας, το μόνο που αξίζει περαιτέρω να σημειωθεί είναι ότι η Χρυσή αυγή πολύ δύσκολα θα υπερβεί το 10-15%. Ούτε 10% των ψηφοφόρων της σήμερα είναι βέβαια εθνικιστές, ούτε η Χρυσή Αυγή μπορεί να σηκώσει το πολιτικό βάρος αυτού του ποσοστού. Οι πιο απολιτίκ ψηφοφόροι που είναι εύπιστοι σε τέτοιες πρωτοβουλίες έχουν δημοκρατικά αισθήματα και δύσκολα θα επιλέξουν τη Χρυσή αυγή ως εναλλακτική επιλογή σε μεγαλύτερα ποσοστά από τα σημερινά. Μάλιστα, αν η διάσωση της Ελλάδας οριστικοποιηθεί φέτος το φθινόπωρο, η Νέα δημοκρατία θα έχει μια καλή ευκαιρία να ανακαταλάβει και τις δεξιότερες παρυφές του δεξιού ακροατηρίου ώστε να επιστρέψει η Χρυσή αυγή σε πολύ χαμηλότερα ποσοστά.

Όλοι μαζί τα φάγαμε. Αλλά φταίτε εσείς για αυτό.

Aρχική δημοσίευση: www.enallaxnews.gr 21/08/2012


Τη συζήτηση για το αν τα φάγαμε μαζί ή όχι έχει ανοίξει πάλι η έκδοση του ηλεκτρονικού βιβλίου του Θεόδωρου Πάγκαλου με τίτλο «τα φάγαμε όλοι μαζί». Ο τέως βουλευτής και υπουργός επιμένει στο εν λόγω σύγγραμμα στη θέση που έλαβε πριν από δύο χρόνια ότι για τη δημιουργία του ελληνικού χρέους φταίνε από κοινού πολιτικοί και πολίτες. Τεκμηριώνει μάλιστα τη θέση αυτή χρησιμοποιώντας πάρα πολλά παραδείγματα παράτυπων συνδιαλλαγών πολιτών-κράτους.

Η περίφημη αυτή δήλωση ήταν εξαιρετικά χρήσιμη όταν πρωτοδιατυπώθηκε για ένα και μόνο λόγο. Συμβόλιζε την ανάγκη να συνειδητοποιήσουν και οι πολίτες ότι τα ρουσφέτια και οι υπόλοιπες εκφάνσεις της διαφθοράς έχουν τελικά καταστροφικές συνέπειες και ότι είναι καίρια η ανάγκη για συλλογική αλλαγή νοοτροπίας.

Από την άλλη, κάνει ένα πολύ μεγάλο λάθος. Εξισώνει την ευθύνη μεταξύ πολιτικών και πολιτών. Πέρα απ’ το ότι υπήρχαν μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας που αποστρεφόταν όλες αυτές τις πρακτικές, ο πολίτης δε μπορεί να θεωρείται ότι είναι ad hoc αδιάβλητος φορέας ηθικής σε ένα περιβάλλον που κανείς δε τον αποτρέπει άμεσα και ρητά από παράτυπες δραστηριότητες. Αντίθετα, ο πολιτικός είναι ο αντιπρόσωπός του στο κοινοβούλιο που οφείλει να εξασφαλίζει την τήρηση των νόμων και το αδιάβλητο των διαδικασιών.

Για να εξηγήσω τη διαφορά ευθύνης μεταξύ εξουσιαστή-εξουσιαζόμενου, θα χρησιμοποιήσω μία από τις πιο θεμελιώδεις θεωρίες για το κοινωνικό συμβόλαιο, αυτή του Τόμας Χομπς. Ο Τόμας Χομπς υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι εκχωρούν την προσωπική τους ισχύ και εξουσία σε έναν οργανισμό που τους ενώνει και τους εκπροσωπεί (το κράτος). Έχοντας συγκεντρώσει την εξουσία όλων όσων το συναπαρτίζουν, το κράτος οφείλει να τους προστατεύει και να τους επιβάλλει κανόνες συμπεριφοράς (τους νόμους) με σκοπό να εξασφαλίσει την ειρηνική τους συμβίωση. Το πνεύμα αυτού του συμβολαίου μεταξύ μιας ομάδας ανθρώπων και του οργανισμού που ιδρύουν, είναι ότι ο τελευταίος έχει τόση ισχύ που μπορεί να τους προστατεύσει από κινδύνους από τους οποίους ποτέ δε θα μπορούσαν να προστατευθούν αν ζούσαν μόνοι τους. Ο οργανισμός-κράτος γνωρίζει και πράττει όσα οι πιο αδύναμοι πολίτες-κύταρρα του δε μπορούν να κάνουν ως αποτέλεσμα της αδυναμίας της προσωπικής τους φύσης. Σε αυτό το πλαίσιο το κράτος-εξουσιαστής έχει την ευθύνη της τήρησης των νόμων και καλλιεργεί στους πολίτες ένα είδος δέους απέναντι στο νόμο το οποίο τους οδηγεί στο να τον τηρούνε φοβούμενοι τις επιπτώσεις σε περίπτωση που πράξουν το αντίθετο. Όπως πολύ σωστα επισημαίνει ο Χομπς, η φύση του ανθρώπου είναι τέτοια που η απουσία του νόμου ή της τήρησής του τον οδηγεί αναπόφευκτα σε πράξεις που τον ωφελούν εις όμως βάρος κάποιου άλλου. Εκεί είναι που παρεμβαίνει το κράτος ωστε να τον αναγκάσει να αποφύγει τέτοιου είδους πρακτικές και δραστηριότητες.

Αν εφαρμόσει κανείς τη θεμελιώδη αυτή θεωρία για τις σύγχρονες δημοκρατίες στην ιστορία του «μαζί τα φάγαμε» εντοπίζει αμέσως το παράδοξο της τοποθέτησης του κ. Πάγκαλου. Ότι θεωρεί δηλαδή θέσφατο το ότι οι πολίτες είναι ad hoc φορείς ηθικής, παραβλέποντας το προφανές, ότι δηλαδή η ανθρώπινη φύση μας οδηγεί στο να θέλουμε να μεγιστοποιήσουμε την προσωπική μας ισχύ με κάθε δυνατό μέσο. Παραβλέπει και το σημαντικότερο, ότι οι πολιτικοί είναι υπέυθυνοι της τήρησης των νόμων και της διασφάλισης της ομαλής λειτουργίας του κράτους, χρησιμοποιώντας το φόβο τιμωρίας σε περίπτωση που οι πολίτες δε τον υπακούνε, προστατεύοντάς τους μάλιστα με αυτό τον τρόπο.

Υποθέτω ότι ο κ. Πάγκαλος έχει γνώση όλων των παραπάνω και ότι εμμένει στο επιχείρημα του για να υποστηρίξει μια ενδεχόμενη συγγραφική επιτυχία. Όμως, υπάρχουν πολλοί πολίτες που δικαίως ενοχλούνται από την τοποθέτηση αυτή. Είμαι σίγουρος ότι ακόμα και αυτοί που εκμεταλλεύτηκαν την αδυναμία επιβολής του νόμου και τα «παραθυράκια» του θα προτιμούσαν να ζούνε σε μια ευνομούμενη κοινωνία ακόμα και αν δεν είχαν τη δυνατότητα να επωφεληθούν των αδυναμιών του πολιτικού συστήματος. Όπως ακριβώς δηλαδή συμβαίνει στο δυτικό κόσμο, όπου δεν έχουμε ηθικούς πολίτες-ψηφοφόρους, αλλά αποτελεσματικά συστήματα επιβολής του αδιάβλητου κράτους επί της κοινωνίας και των πολιτών.