Friday, 11 January 2013

«Μαζί τα φάγαμε»: Αυτομαστιγωθείτε λίγο να δω κάτι!


Aρχική δημοσίευση: www.enallaxnews.gr 13/01/2012

Η αγαπημένη μου συζήτηση από τότε που «ξεκίνησε» η κρίση και έφυγα στο εξωτερικό -έχοντας έτσι την ευκαιρία να πρακαλουθώ εξ αποστάσεως πιο ψύχραιμα τα πραγματα- είναι το ατελείωτο debate γύρω απ’την κουβέντα του κ. Πάγκαλου που μας είπε ότι «μαζί τα φάγαμε». Ο ίδιος πιθανότατα δεν εννοούσε όλους τους Έλληνες παρέα, αλλά μια μεγάλη μερίδα πολιτών που συμμετείχε σε αυτή την κουλτούρα. Το θέμα όμως είναι άλλο. Όσο αυτή η διαρκής ενδοσκόπηση εντείνεται και επιμηκύνεται κάνουμε όλοι μαζί, ανεξάρτητα από τη θέση του καθενός, τρία πολύ μεγάλα λάθη.
Ένα είναι ότι αυτομαστιγωνόμαστε ενώ υπάρχουν πολύ καλοί λόγοι να μη το κάνουμε.
Δεύτερον, δημιουργείται αντιπάθεια, αντιπαράθεση έως και μίσος μεταξύ δύο-τριών μεγάλων κοινωνικών ομάδων, πράγμα που αποτελεί ιστορική παλαβωμάρα.
«Νεοφιλελεύθεροι φασίστες» φωνάζουν οι μεν, «τεμπελόσκυλα» φωνάζουν οι δε. Πολύ ωραία πράγματα, μπράβο μας. Άντε να κάνουμε και κανέναν εμφύλιο για το ποιός έφταιγε πριν.
Τρίτον, δε πρόκειται ποτέ να δώσουμε λύση με αυτές τις αντιπαραθέσεις και τα χαρακίρια, γιατί χάνουμε την πραγματική πηγή του προβλήματος, τις πολύ καλές δικαιολογίες που είχαν όσοι δημιούργησαν και αναπαρήγαγαν αυτή την κουλτούρα τόσα χρόνια και φυσικά χάνουμε το δρόμο που βγάζει απ’το τούνελ ξοδεύοντας το χρόνο και τη φαιά μας ουσία σε κάτι που δεν αλλάζει. Μας λείπει πολύ η στωικότητα στην αντιμετώπιση της κατάστασης.

Εξηγούμαι:
Όταν κρίνουμε το παρελθόν πρέπει πάντα να λαμβάνουμε υπόψιν το ιστορικό πλαίσιο και τις συνθήκες που επικρατούσαν όταν κάποιες αποφάσεις λαμβάνονταν και κάποιες πολιτικές διαμορφώνονταν.
Εκτός από άλλους πρωθυπουργούς της μεταπολίτευσης, ειδικά ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κώστας Καραμανλής –ο νεότερος- ξόδεψαν πολύ κρατικό χρήμα σε κοινωνικές δαπάνες, διάφορα επιδόματα, αλλά φυσικά και προσλήψεις στο δημόσιο.
Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, αποδεικνύεται φυσικά ότι αυτή η λογική δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για τα σημερινά προβλήματα, διαμορφώνοντας μία οικονομικά αντιφιλελεύθερη κουλτούρα του εύκολου κρατικού χρήματος, αντί του δύσκολου αλλά ανανεώσιμου χρήματος που φέρνει η επένδυση.
Φυσικά, κρίνοντας πάλι εκ του αποτελέσματος, κάναμε λάθος που λοιδορούσαμε τις «μεταρρυθμίσεις που θα φέρουν ανταγωνισμό και ανάπτυξη» που ευαγγελιζόταν ο Κώστας Μητσοτάκης, όπως και τις αντίστοιχες εξαγγελίες του Σημιτικού «εκσυγχρονισμού».
Κρίνοντας με τα δεδομένα της τότε εποχής όμως και με δεδομένο ότι ο μέσος άνθρωπος ασφαλώς και θα πει «ναι» στο δρόμο του «εύκολου» χρήματος που του προσφέρει το κράτος, του εφάπαξ, του προνομίου κλπ, οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν τότε φαίνονται πολύ φυσιολογικές.
Η πλειοψηφία των πολιτών και φυσικά οι διάφορες συντεχνίες και τα διάφορα συνδικάτα πίεζαν προς αυτή την κατεύθυνση. Υπήρχε η κουλτούρα των «προνομίων που διεκδικήθηκαν και κατακτήθηκαν με αγώνες και αίμα».
Υπήρχε διεθνώς το σοσιαλιστικό πρότυπο, ο κορπορατισμός και μια διεθνής ανάπτυξη που «επέτρεπε» τέτοιες πολυτέλειες. Ακόμα και οι πολιτικοί είμαι σίγουρος ότι δε μπορούσαν να υπολογίσουν ότι μια τέτοιου μεγέθους καταστροφή θα συνέβαινε.
Ασφαλώς, υπό αυτές τις συνθήκες είναι πολύ ανθρώπινο ο μέσος πολίτης να θέλει κάτι παραπάνω απ’το κράτος.
Μόνο όταν θα βρεθεί στα δύσκολα ακόμα θα σκεφτεί «πω πω, πρέπει να αλλάξουμε ρότα, δε βγαίνουμε έτσι».
Σίγουρα τα όργια διαφθοράς, ο παράλογος πλουτισμός των πολιτικών και συνθήκες όπως ο άκρατος λαϊκισμός και η πελατειοκρατία ήταν και είναι πάντα απόλυτα κατακριτέες συμπεριφορές, όμως αυτό δεν ισχύει για το γενικότερο πλαίσιο του να ξοδεύεται το κρατικό χρήμα για κοινωνικές δαπάνες.
Μπορεί κανείς να διαφωνεί ιδεολογικά ή να καταλαβαίνει ότι αυτό το σύστημα δεν μπορεί να αντέξει πολύ δυνατούς κραδασμούς (όπως και έγινε), όμως αντίθετα δε μπορούμε να τα βάζουμε με όσους έχουν ωφεληθεί από αυτό το σύστημα.
Γιατί δεν είναι φυσιολογικό ο μέσος πολίτης να γνωρίζει πόσο έλλειμμα μπορεί να έχει ένα κράτος για να μη θεωρηθεί ότι κινδυνεύει, πως προκαλείται και τι συνέπειες έχει ένα οικονομικό κραχ, ποιός είναι ο ρόλος των «αγορών» κλπ.
Δεν είναι αυτοί οι λόγοι που βρεθήκαμε με τη θηλειά στο λαιμό. Ασφαλώς μπορεί να το είχαμε αποφύγει αν είχαμε σκεφθεί όλοι με ορθολογικό οικονομικό τρόπο, αλλά αυτό θα ήταν ευκταίο σε μια ιδανική κοινωνία αποτελούμενη από οικονομολόγους.
Αντιθέτως, ένα πολύ ιδιότυπο τραπεζικό παιχνίδι με επενδύσεις σε συστήματα που ο μέσος νους δε καταλαβαίνει, μία παγκόσμια βαθύτατη οικονομική κρίση και μια μάχη μεταξύ μη κρατικών οικονομικών οντοτήτων (οι «αγορές» για παράδειγμα) με τις κρατικές οικονομίες προκάλεσαν τα προβλήματα που σήμερα αντιμετωπίζουμε, την ίδια ώρα που ακόμα και παραδοσιακές «ανεπτυγμένες» οικονομίες φαίνεται ότι επίσης έχουν πλέον πάρα πολύ σοβαρά προβλήματα.
Η Ελλάδα ήταν απλά η Αχίλλειος πτέρνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όντας η πιο αδύναμη οικονομία ενός γκρουπ πολύ ισχυρών οικονομιών.
Στο παγκόσμιο στερέωμα όμως η Ελλάδα είχε εξαιρετική κατάταξη. Με αυτά τα δεδομένα ποιός μπορεί να κατηγορήσει τους πολιτικούς μας που θέλησαν να βάλουν την Ελλάδα σε ένα κλαμπ ανάπτυξης με αλλες ανεπτυγμένες οικονομίες;
Ποιός θα μπορούσε να φανταστεί ότι αυτό θα γυρνούσε μπούμερανγκ για την Ελλάδα και ότι μια μέρα τα κράτη θα αντιμετωπίζονταν σε μια παγκοσμιοποιημένη οντότητα σαν εταιρείες με πλεονάσματα και ελλείμματα;
Ακόμα και σήμερα οι πολιτικοί ηγέτες δυσκολεύονται να καταλάβουν τη φύση του προβλήματος και να πάρουν τα απαραίτητα μέτρα. Δεν είναι τραπεζίτες και δεν είναι οικονομολόγοι.
Να μη ξεχνάμε ότι οι πολιτικοί είναι εκπρόσωποι του πολύ ανθρώπινου οργανισμού που λέγεται κοινωνία. Φτιαγμένοι μέσα από τα σπλάχνα της και τέλεια αντιπροσωπέυοντας την κουλτούρα της. Ευτυχώς.
Είναι φυσιολογικό να παίρνουν ανάλογες αποφάσεις. Οπότε πρέπει να καταλάβουμε ότι η λύση δεν είναι η φαγωμάρα μεταξύ μας και η άρνηση του ποίοι ήμασταν και είμαστε.
Η λύση είναι η αποδοχή της παρούσας κατάστασης με στωικότητα, η απόφαση για το πως θα το αντιμετωπίσουμε, να διαλέξουμε τους συμμάχους μας σε αυτό και απλά να κάνουμε πράξη όσα η πλειοψηφία της κοινωνίας αποφασίσει για τον εαυτό της.
Θέλουμε ευρώ; Θέλουμε δραχμή; Θέλουμε να είμαστε με τους δυτικούς; Θέλουμε με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες; Θέλουμε μόνοι μας; Ας αποφασίσουμε ψύχραιμα και ας πορευτούμε αναλόγως...

Η αγαπημένη μου συζήτηση από τότε που «ξεκίνησε» η κρίση και έφυγα στο εξωτερικό -έχοντας έτσι την ευκαιρία να πρακαλουθώ εξ αποστάσεως πιο ψύχραιμα τα πραγματα- είναι το ατελείωτο debate γύρω απ’την κουβέντα του κ. Πάγκαλου που μας είπε ότι «μαζί τα φάγαμε». Ο ίδιος πιθανότατα δεν εννοούσε όλους τους Έλληνες παρέα, αλλά μια μεγάλη μερίδα πολιτών που συμμετείχε σε αυτή την κουλτούρα. Το θέμα όμως είναι άλλο. Όσο αυτή η διαρκής ενδοσκόπηση εντείνεται και επιμηκύνεται κάνουμε όλοι μαζί, ανεξάρτητα από τη θέση του καθενός, τρία πολύ μεγάλα λάθη.
Ένα είναι ότι αυτομαστιγωνόμαστε ενώ υπάρχουν πολύ καλοί λόγοι να μη το κάνουμε.
Δεύτερον, δημιουργείται αντιπάθεια, αντιπαράθεση έως και μίσος μεταξύ δύο-τριών μεγάλων κοινωνικών ομάδων, πράγμα που αποτελεί ιστορική παλαβωμάρα.
«Νεοφιλελεύθεροι φασίστες» φωνάζουν οι μεν, «τεμπελόσκυλα» φωνάζουν οι δε. Πολύ ωραία πράγματα, μπράβο μας. Άντε να κάνουμε και κανέναν εμφύλιο για το ποιός έφταιγε πριν.
Τρίτον, δε πρόκειται ποτέ να δώσουμε λύση με αυτές τις αντιπαραθέσεις και τα χαρακίρια, γιατί χάνουμε την πραγματική πηγή του προβλήματος, τις πολύ καλές δικαιολογίες που είχαν όσοι δημιούργησαν και αναπαρήγαγαν αυτή την κουλτούρα τόσα χρόνια και φυσικά χάνουμε το δρόμο που βγάζει απ’το τούνελ ξοδεύοντας το χρόνο και τη φαιά μας ουσία σε κάτι που δεν αλλάζει. Μας λείπει πολύ η στωικότητα στην αντιμετώπιση της κατάστασης.

Εξηγούμαι:
Όταν κρίνουμε το παρελθόν πρέπει πάντα να λαμβάνουμε υπόψιν το ιστορικό πλαίσιο και τις συνθήκες που επικρατούσαν όταν κάποιες αποφάσεις λαμβάνονταν και κάποιες πολιτικές διαμορφώνονταν.
Εκτός από άλλους πρωθυπουργούς της μεταπολίτευσης, ειδικά ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κώστας Καραμανλής –ο νεότερος- ξόδεψαν πολύ κρατικό χρήμα σε κοινωνικές δαπάνες, διάφορα επιδόματα, αλλά φυσικά και προσλήψεις στο δημόσιο.
Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, αποδεικνύεται φυσικά ότι αυτή η λογική δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για τα σημερινά προβλήματα, διαμορφώνοντας μία οικονομικά αντιφιλελεύθερη κουλτούρα του εύκολου κρατικού χρήματος, αντί του δύσκολου αλλά ανανεώσιμου χρήματος που φέρνει η επένδυση.
Φυσικά, κρίνοντας πάλι εκ του αποτελέσματος, κάναμε λάθος που λοιδορούσαμε τις «μεταρρυθμίσεις που θα φέρουν ανταγωνισμό και ανάπτυξη» που ευαγγελιζόταν ο Κώστας Μητσοτάκης, όπως και τις αντίστοιχες εξαγγελίες του Σημιτικού «εκσυγχρονισμού».
Κρίνοντας με τα δεδομένα της τότε εποχής όμως και με δεδομένο ότι ο μέσος άνθρωπος ασφαλώς και θα πει «ναι» στο δρόμο του «εύκολου» χρήματος που του προσφέρει το κράτος, του εφάπαξ, του προνομίου κλπ, οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν τότε φαίνονται πολύ φυσιολογικές.
Η πλειοψηφία των πολιτών και φυσικά οι διάφορες συντεχνίες και τα διάφορα συνδικάτα πίεζαν προς αυτή την κατεύθυνση. Υπήρχε η κουλτούρα των «προνομίων που διεκδικήθηκαν και κατακτήθηκαν με αγώνες και αίμα».
Υπήρχε διεθνώς το σοσιαλιστικό πρότυπο, ο κορπορατισμός και μια διεθνής ανάπτυξη που «επέτρεπε» τέτοιες πολυτέλειες. Ακόμα και οι πολιτικοί είμαι σίγουρος ότι δε μπορούσαν να υπολογίσουν ότι μια τέτοιου μεγέθους καταστροφή θα συνέβαινε.
Ασφαλώς, υπό αυτές τις συνθήκες είναι πολύ ανθρώπινο ο μέσος πολίτης να θέλει κάτι παραπάνω απ’το κράτος.
Μόνο όταν θα βρεθεί στα δύσκολα ακόμα θα σκεφτεί «πω πω, πρέπει να αλλάξουμε ρότα, δε βγαίνουμε έτσι».
Σίγουρα τα όργια διαφθοράς, ο παράλογος πλουτισμός των πολιτικών και συνθήκες όπως ο άκρατος λαϊκισμός και η πελατειοκρατία ήταν και είναι πάντα απόλυτα κατακριτέες συμπεριφορές, όμως αυτό δεν ισχύει για το γενικότερο πλαίσιο του να ξοδεύεται το κρατικό χρήμα για κοινωνικές δαπάνες.
Μπορεί κανείς να διαφωνεί ιδεολογικά ή να καταλαβαίνει ότι αυτό το σύστημα δεν μπορεί να αντέξει πολύ δυνατούς κραδασμούς (όπως και έγινε), όμως αντίθετα δε μπορούμε να τα βάζουμε με όσους έχουν ωφεληθεί από αυτό το σύστημα.
Γιατί δεν είναι φυσιολογικό ο μέσος πολίτης να γνωρίζει πόσο έλλειμμα μπορεί να έχει ένα κράτος για να μη θεωρηθεί ότι κινδυνεύει, πως προκαλείται και τι συνέπειες έχει ένα οικονομικό κραχ, ποιός είναι ο ρόλος των «αγορών» κλπ.
Δεν είναι αυτοί οι λόγοι που βρεθήκαμε με τη θηλειά στο λαιμό. Ασφαλώς μπορεί να το είχαμε αποφύγει αν είχαμε σκεφθεί όλοι με ορθολογικό οικονομικό τρόπο, αλλά αυτό θα ήταν ευκταίο σε μια ιδανική κοινωνία αποτελούμενη από οικονομολόγους.
Αντιθέτως, ένα πολύ ιδιότυπο τραπεζικό παιχνίδι με επενδύσεις σε συστήματα που ο μέσος νους δε καταλαβαίνει, μία παγκόσμια βαθύτατη οικονομική κρίση και μια μάχη μεταξύ μη κρατικών οικονομικών οντοτήτων (οι «αγορές» για παράδειγμα) με τις κρατικές οικονομίες προκάλεσαν τα προβλήματα που σήμερα αντιμετωπίζουμε, την ίδια ώρα που ακόμα και παραδοσιακές «ανεπτυγμένες» οικονομίες φαίνεται ότι επίσης έχουν πλέον πάρα πολύ σοβαρά προβλήματα.
Η Ελλάδα ήταν απλά η Αχίλλειος πτέρνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όντας η πιο αδύναμη οικονομία ενός γκρουπ πολύ ισχυρών οικονομιών.
Στο παγκόσμιο στερέωμα όμως η Ελλάδα είχε εξαιρετική κατάταξη. Με αυτά τα δεδομένα ποιός μπορεί να κατηγορήσει τους πολιτικούς μας που θέλησαν να βάλουν την Ελλάδα σε ένα κλαμπ ανάπτυξης με αλλες ανεπτυγμένες οικονομίες;
Ποιός θα μπορούσε να φανταστεί ότι αυτό θα γυρνούσε μπούμερανγκ για την Ελλάδα και ότι μια μέρα τα κράτη θα αντιμετωπίζονταν σε μια παγκοσμιοποιημένη οντότητα σαν εταιρείες με πλεονάσματα και ελλείμματα;
Ακόμα και σήμερα οι πολιτικοί ηγέτες δυσκολεύονται να καταλάβουν τη φύση του προβλήματος και να πάρουν τα απαραίτητα μέτρα. Δεν είναι τραπεζίτες και δεν είναι οικονομολόγοι.
Να μη ξεχνάμε ότι οι πολιτικοί είναι εκπρόσωποι του πολύ ανθρώπινου οργανισμού που λέγεται κοινωνία. Φτιαγμένοι μέσα από τα σπλάχνα της και τέλεια αντιπροσωπέυοντας την κουλτούρα της. Ευτυχώς.
Είναι φυσιολογικό να παίρνουν ανάλογες αποφάσεις. Οπότε πρέπει να καταλάβουμε ότι η λύση δεν είναι η φαγωμάρα μεταξύ μας και η άρνηση του ποίοι ήμασταν και είμαστε.
Η λύση είναι η αποδοχή της παρούσας κατάστασης με στωικότητα, η απόφαση για το πως θα το αντιμετωπίσουμε, να διαλέξουμε τους συμμάχους μας σε αυτό και απλά να κάνουμε πράξη όσα η πλειοψηφία της κοινωνίας αποφασίσει για τον εαυτό της.
Θέλουμε ευρώ; Θέλουμε δραχμή; Θέλουμε να είμαστε με τους δυτικούς; Θέλουμε με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες; Θέλουμε μόνοι μας; Ας αποφασίσουμε ψύχραιμα και ας πορευτούμε αναλόγως...

No comments:

Post a Comment